του Πόλυ Άνιφτου
Επέλεξα να σας μεταφέρω ένα μέρος από το βιβλίο του Jonathan Baron, “Τhinking and Deciding”, Third Edition. Το βιβλίο αποτελεί ανάγνωσμα σε μεταπτυχιακούς φοιτητές των τμημάτων της Νομικής, της Διοίκησης Επιχειρήσεων και της Ιατρικής ώστε να βοηθήσει τους μελλοντικούς επαγγελματίες να μάθουν να παίρνουν σωστές αποφάσεις σε δύσκολες συνθήκες με πολύπλοκα δεδομένα, βασισμένες με επιστημονική προσέγγιση στη λογική. Το συγκεκριμένο ανάγνωσμα (στην αγγλική γλώσσα), που καταπιάνεται με την έννοια της αυταπάτης, πιστεύω εξηγεί σε ικανοποιητικό βαθμό τη λογική ή το παράλογο που κρύβεται πίσω από τις πράξεις και την απραξία των ιθυνόντων, και μη, της πρόσφατης τραγωδίας, και των υπευθύνων σε όλα τα επίπεδα. Το συγκεκριμένο άρθρο επίσης απευθύνεται σε πολιτικούς και ψηφοφόρους που ερευνούν την αλήθεια, και σε όποιο επιθυμεί να αντιμετωπίζει με ρεαλισμό τα πράγματα.
Τα εισαγωγικά χρησιμοποιούνται σε όρους τους οποίους ο συγγραφέας αναπτύσσει σε άλλα σημεία του βιβλίου
Λογικότητα και πεποίθηση
Όταν σχηματίζουμε τις πεποιθήσεις μας, γενικά έχουμε σαν στόχο να πιστεύουμε αυτό που είναι αληθινό. Επομένως εξετάζουμε πεποιθήσεις που ταιριάζουν με τα στοιχεία που έχουμε ενώπιόν μας. Όταν όμως έχουμε το χρόνο να σκεφτούμε ενδελεχώς και ανοικτά, τότε ψάχνουμε για στοιχεία που είναι αντίθετα με τις πεποιθήσεις/αντιλήψεις υπό εξέταση- άρα για στοιχεία που δεν θεωρούμε μέχρι στιγμής αληθή- και αναζητούμε εναλλακτικές αντιλήψεις/πεποιθήσεις. Ο συγκεκριμένος τρόπος σκέψης - που είναι “ενεργητικά ανοικτός”- είναι μια καλή “περιοριστική μέθοδος” για να αντιμετωπίζει κανείς τις αγκυλώσεις που ευνοούν τις προϋπάρχουσες πεποιθήσεις ή προκαταλήψεις.
Σχηματισμός λογικών πεποιθήσεων
Συνεπώς, γενικά ομιλούντες, ο ενεργητικά ανοικτός τρόπος σκέψης είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε αληθινές πεποιθήσεις. Επιπρόσθετα, όταν δεν είμαστε σίγουροι πως μια πεποίθησή μας είναι αληθινή, αν σκεφτούμε σωστά θα πρέπει να επιβεβαιώσουμε πως η σιγουριά που έχουμε για τη συγκεκριμένη πεποίθηση είναι ανάλογη με τα στοιχεία που διαθέτουμε. Η ανάλογη σιγουριά είναι, στις πλείστες περιπτώσεις, ένας πιο ρεαλιστικός στόχος από την απόλυτη βεβαιότητα.
Το κύριο πλεονέκτημα των αληθινών πεποιθήσεων, ή των πεποιθήσεων για τις οποίες έχουμε την ανάλογη σιγουριά, είναι το γεγονός πως μας επιτρέπουν να παίρνουμε καλύτερες αποφάσεις. Αποφάσεις που θα κάνουν πιο εφικτούς τους στόχους μας. Αυτό συζητείται στο κεφάλαιο 9, όπου εξηγείται πως οι αποφάσεις που στηρίζονται σε στέρεες και συνεπείς με τους νόμους των πιθανοτήτων κρίσεις, είναι πιο πιθανό να μας δώσουν καλύτερα αποτελέσματα. Το πιο πάνω ισχύει, ακόμα και αν δεν έχουμε αριθμητικά στοιχεία για τις πιθανότητές μας. Αν η σιγουριά μας στηρίζεται με τον ανάλογο τρόπο στα στοιχεία που διαθέτουμε, θα συνυπολογίσουμε τα σχετικά ρίσκα και θα δράσουμε, και όταν η δράση μας απαιτεί βεβαιότητα, θα κάνουμε ένα βήμα πίσω αν δεν είμαστε απόλυτα βέβαιοι.
Υπάρχουν και άλλοι λόγοι για τους οποίους χρειαζόμαστε οι πεποιθήσεις μας να στηρίζονται στη λογική. Θα μπορούσαμε να έχουμε σαν στόχο την αναζήτηση της αλήθειας σαν αυτοσκοπό, άσχετα με τη χρησιμότητά της στη λήψη αποφάσεων. Σίγουρα δεν υπάρχει κάτι παράλογο με το να έχει κανείς ένα τέτοιο στόχο.
Αυταπάτη
Παρόλο που όταν σχηματίζουμε πεποιθήσεις στόχος μας συνήθως είναι να πιστεύουμε σε κάτι αληθινό (ή τουλάχιστον να έχουμε την κατάλληλη σιγουριά), μερικές φορές φαίνεται καλύτερο να πιστεύουμε στο ψέμα. Είναι λοιπόν λογικό, κάποιες φορές, να σκεφτόμαστε με τρόπο που να οδηγεί σε λανθασμένες πεποιθήσεις. Πρόκειται για αυτό που αποκαλούμε “αυταπάτη”. Και, όντως, κάποιες φορές φαίνεται η αυταπάτη να είναι η καλύτερη επιλογή, άλλες φορές, όμως, παίρνει τη μορφή του πιο διαστρεβλωμένου παραλογισμού, όπως όταν οι άνθρωποι πείθουν τον εαυτό τους πως μια ιδέα τους είναι ορθή, κλείνοντας τα μάτια μπροστά στα στοιχεία που μαρτυρούν το αντίθετο.
Τι είναι αυταπάτη; Σε κάποιους, ο όρος υποδηλώνει πως έχουμε να κάνουμε με δύο εαυτούς – τον “απατηλό” (ίσως στο υποσυνείδητο) που γνωρίζει την αλήθεια και τον “απατημένο”. Ο απατηλός πρέπει να έχει κάποιο λόγο να απατήσει. Για παράδειγμα, μπορεί να θέλει τον απατημένο να νιώθει πως είχε πάντα δίκιο. (για τον απατημένο μπορεί να είναι επώδυνο να αλλάξει γνώμη, και ο εξαπατών να τον λυπάται.)
Παρόλο που αυτή η ιδέα της δυαδικότητας έχει βάση, εντούτοις δεν τη χρειαζόμαστε για να εξηγήσουμε την αυταπάτη. Για να εξαπατήσω τον εαυτό μου απλά χρειάζεται να κάνω κάτι για να ελέγξω την πεποίθηση μου, χωρίς να γνωρίζω πως το έχω κάνει. Για παράδειγμα, ο φιλόσοφος Πασκάλ υποστήριζε πως πρέπει κανείς να προσπαθεί να πιστέψει στο Θεό, γιατί αν υπάρχει θεός και δεν πιστεύει σε Αυτόν, μπορεί να καταδικαστεί, και αυτό είναι ασήκωτο ρίσκο. Ο Πασκάλ πίστευε πως όταν κάποιος καταλάβει αυτό το λογικό επιχείρημα θα μπορούσε οικειοθελώς να γίνει πιστός προσπαθώντας με ειλικρίνεια να ζήσει χριστιανική ζωή. Αν το έκανε αυτό, με την ανάγνωση της Αγίας γραφής και την κοινωνία με άλλους χριστιανούς, τελικά θα πίστευε στο Χριστιανισμό. Τελικά θα ξεχνούσε πως όλα ξεκίνησαν από το κατώτερο κίνητρο του φόβου της αιώνιας καταδίκης.
Συνεπώς, για να απατήσει κανείς τον εαυτό του, αυτό που χρειάζεται είναι να μη γνωρίζει πως αυταπατάται όταν σχηματίζει τη λανθασμένη του πεποίθηση. Αν γνωρίζει το γεγονός τότε δεν αυταπατάται. Αν έχουμε συνέχεια στο μυαλό μας πως πηγαίνουμε στην εκκλησία επειδή φοβούμαστε την κόλαση, τότε δε θα μας πείθουν και πολύ αυτά που ακούμε εκεί μέσα.
Οι πεποιθήσεις μας τυγχάνουν χειραγώγησης πολύ συχνότερα από ότι υποδηλώνει το παράδειγμα του Πασκάλ. Αν πάει κανείς στη Νομική και γίνει δικηγόρος, πολύ πιθανόν να αποκτήσει την πεποίθηση πως οι δικηγόροι είναι καλοί άνθρωποι που υπηρετούν ένα πολύτιμο σκοπό στην κοινωνία. (ακόμα και αν πήγε στη Νομική για κάποιο άλλο λόγο χωρίς να το πιστεύει αυτό εξαρχής). Παρομοίως, αν έχεις παιδιά θα τείνεις να πιστεύεις πως αυτοί που συνειδητά επιλέγουν να μείνουν άτεκνοι φέρουν μια ελαφρότητα. Οποιαδήποτε πορεία και αν επιλέξεις στη ζωή αυτή θα επηρεάσει τις πεποιθήσεις σου. Αν θέλεις να έχεις τον έλεγχο των πεποιθήσεών σου τότε μπορείς να το κάνεις επιλέγοντας την πορεία σου για αυτό το λόγο. Σε ένα πιο απλό επίπεδο, οι περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν να βάζουν το ρολόι τους μπροστά 5 λεπτά, ώστε να φθάνουν έγκαιρα στη δουλειά- ελπίζοντας να ξεγελάσουν τον εαυτό τους, αν τύχει και το ξεχάσουν.
Μπορεί η αυταπάτη να είναι ποτέ λογική; Από την άλλη, η αυταπάτη ίσως να είναι το μόνο μέσο που έχουμε για να διατηρούμε (κάποτε με μεγάλη σιγουριά) λανθασμένες και επιβλαβείς πεποιθήσεις. Αν θέλουμε να πιστεύουμε πως το κάπνισμα είναι άκακο, μπορούμε να πείσουμε τον εαυτό μας επιλέγοντας στοιχεία που ευνοούν την πεποίθησή μας και αγνοώντας άλλα που την καταδικάζουν. Πρέπει να βεβαιωθούμε πως δε λαμβάνουμε υπόψη πως αγνοούμε την ορθότητα των αντίθετων στοιχείων, γιατί τότε αυτά που λαμβάνουμε μόνο υπόψη, θα μας ήταν άχρηστα. Θα ήταν στοιχεία “κατά παραγγελία”. Θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι και πλαστά.
Αυτού του είδους η ελλιπής έρευνα μπορεί σε μερικούς να γίνει συνήθεια και να μη γνωρίζουν ότι μεροληπτούν. Ίσως να αναπτύσσουν τη συνήθεια υποσυνείδητα γιατί έτσι είναι πιο άνετα. Αν δεν αμφισβήτησαν τις απόψεις τους, δε χρειάστηκε ποτέ να υποφέρουν τον πόνο που χρειάζεται για να τις αλλάξουν.
Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε πόσες από τις πεποιθήσεις μας διατηρούμε με αυτό τον τρόπο. Αν διερωτάσαι για κάποια συγκεκριμένη σου πεποίθηση, προσπάθησε να τη σκεφτείς ενεργητικά ανοικτά για ένα χρονικό διάστημα. Αυτή είναι η μόνη θεραπεία της αυταπάτης, και είναι μια θεραπεία με πολύ μικρές παρενέργειες, ακόμα και για αυτούς που δεν είχαν αυτή την ασθένεια εξαρχής.
Επομένως, η αυταπάτη είναι παράλογη, σε μερικές περιπτώσεις. Είναι συνήθως απότοκο φτωχής σκέψης. Αν οι άνθρωποι γνώριζαν πως το σκεπτικό τους είναι φτωχό, τότε δεν θα το εμπιστεύονταν τόσο πολύ. Ένας από τους στόχους μου είναι να γίνει κατανοητό πως αν γνωρίζουμε πόσο καλό ή φτωχό είναι το σκεπτικό μας τότε δε θα πέφτουμε θύματα της αυταπάτης.
Από την άλλη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, μπορούμε να είμαστε σχετικά σίγουροι πως τα οφέλη της αυταπάτης υπερισχύουν του κόστους:
Μερικές φορές μπορεί να χαλιναγωγήσουμε τη συμπεριφορά μας προς όφελός μας μέσω της αυταπάτης. Μια απλή περίπτωση είναι το παράδειγμα με το ρολού. Παρομοίως, η συμπεριφορά ενός ψεύτη μπορεί να είναι πιο πειστική αν αυτός πιστεύει τα ψέματα του. Το ίδιο ισχύει και με έναν ηθοποιό. Προσπαθεί να ξεγελάσει τον εαυτό του για να γίνει πιο πειστικός. Μια πιστή σύζυγος μπορεί να παραμείνει πιστή αν πείσει τον εαυτό της πως ο σύζυγός της είναι ο καλύτερος σύζυγος που της ταιριάζει, χωρίς να χρειαστεί να πειραματιστεί με άλλους πιθανούς συζύγους.
Οι πεποιθήσεις μπορούν να επηρεάσουν τους στόχους μας, και ειδικότερα την ισχύ των στόχων. Επομένως μπορούμε να αυταπατηθούμε για να ελέγξουμε τους στόχους μας. Ένας αθλητής μπορεί να πείσει τον εαυτό του πως μπορεί να κερδίσει, ώστε να αντέξει τη σκληρή προπόνηση που θα υποβάλει τον εαυτό του. Το πιθανό κόστος σε αυτή την περίπτωση πως ο κόπος και η προσπάθεια ήταν χαμένες, αλλά το υποσχόμενο όφελος από την πιθανή νίκη υπερνικούν. Αντίθετα, άλλοι πείθουν τους εαυτούς τους πως οι στόχοι τους είναι αδύνατοι για να αποφύγουν την προσπάθεια να τους κατακτήσουν. (Έλστερ, 1983).
Οι πεποιθήσεις από μόνες τους μπορούν να μας κάνουν ευτυχισμένους ή δυστυχισμένους, και κάποτε χωρίς αποζημίωση. Είναι κατανοητό να μη θέλει κανείς να του πουν πως πεθαίνει από μια ανίατη ασθένεια, ιδιαίτερα όταν αυτός θα συνεχίσει να ζει στο μέγιστο δυνατό βαθμό καλά τη ζωή του. Οι εργάτες που υπόκεινται σε εργασιακούς κινδύνους πολλές φορές πείθουν τους εαυτούς τους πως οι κίνδυνοι είναι μηδαμινοί (Ακέρλοφ και Ντίκενς, 1982), αποφεύγοντας έτσι το άγχος που θα προκαλούσε η ανησυχία για τους κινδύνους αυτούς. Γενικά ακούγεται λογικό να μη θέλουμε να μάθουμε κάτι κακό για το οποίο δε μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
Από “κανονιστικής άποψης”, η επιλογή της αυταπάτης εξαρτάται από το ισοζύγιο κόστους και οφέλους στη δεδομένη περίπτωση. Από περιοριστικής άποψης, είναι σοφότερο να προσπαθούμε να ανακαλύπτουμε την αλήθεια ως γενική αρχή. Πρώτα απ' όλα η αυταπάτη είναι συχνά αχρείαστη. Υπάρχουν άλλοι τρόποι για να φθάνει κανείς στη δουλειά του εγκαίρως, από το να βάζει το ρολόι του 5 λεπτά μπροστά. Η συζυγική αφοσίωση δεν προϋποθέτει την πεποίθηση πως ο σύζυγος σας είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή.
Δεύτερο, η αυταπάτη μπορεί να έχει επιζήμια αποτελέσματα. Για κάθε αθλητή που αυτό-πειθαναγκάζεται να κερδίσει υπάρχουν χιλιάδες άλλοι, μέτριοι αθλητές που μάταια σπαταλούν χρόνο και ενέργεια προσπαθώντας να φθάσουν στους Ολυμπιακούς αγώνες και αποτυγχάνουν. (μπορούν μετέπειτα να πείσουν τους εαυτούς τους πως άξιζε τον κόπο η προσπάθεια και να συνεχίσουν έτσι να αυταπατώνται). Η υπερβολική αυτοπεποίθηση μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολική αισιοδοξία και αυταπάτη, που με τη σειρά τους οδηγούν σε ριψοκίνδυνες πράξεις. Σε ένα ηλεκτρονικό παιγνίδι που πειραματιζόταν με χρηματικά βραβεία, τα υποκείμενα με ψηλότερη αυτοπεποίθηση σκόραραν καλύτερα και επέλεγαν στόχους που μπορούσαν να κατακτήσουν. Εντούτοις, σε μια κατάσταση στην οποία απειλούνταν το “εγώ” τους τους είχε λεχθεί: “Τώρα αν ανησυχείτε πως δεν έχετε αρκετό θάρρος για να αντέξετε την πίεση, μπορείτε να επιλέξετε να το παίξετε με ασφαλή τρόπο και να συμβιβαστείτε με δύο δολάρια”. Σε αυτή την περίπτωση, αυτοί με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση προσπάθησαν για μεγαλύτερο βραβείο, και στο τέλος κέρδισαν λιγότερα από ότι εκείνοι με τη χαμηλότερη αυτοπεποίθηση (Βaumeister, Heatherton, and Tice, 1993).
Τελικά, αν μας μπει η ιδέα πως είναι εντάξει να εξαπατούμε τον εαυτό μας, μπορούμε να το παρακάνουμε, διότι είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε τις περιπτώσεις στις οποίες η αυταπάτη είναι παράλογη. Όταν το παρακάνουμε, εμποδίζουμε τον εαυτό μας να δει την αλήθεια, ακόμα και αν το θέλουμε. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αυτοί που εξαπατούν τον εαυτό τους συστηματικά, μπορούν να ξυπνήσουν ένα πρωινό κατατρομαγμένοι, και κλονισμένοι, μη γνωρίζοντας ποιες από τις πεποιθήσεις τους είναι αληθινές.
Και ο συγγραφέας προειδοποιεί:
“Αυτοί που επιλέγουν το μονοπάτι της αυταπάτης πρέπει να βαδίζουν με προσοχή.”